Αν ισχύουν τα όσα γράφτηκαν χθες το βράδυ, ότι δηλαδή ο επόμενος πρωθυπουργός θα επιλεγεί από τις τάξεις των φθαρμένων διαχρονικών χειροκροτητών του ΠΑΣΟΚ (ο ένας εκ των οποίων, και τωρινός πρόεδρος της Βουλής κ. Πετσάλνικος, ευθύνεται και για την υπογραφή του νόμου περί ευθύνης υπουργών ως Υπ. Δικαιοσύνης, όπως πολύ εύστοχα υπενθυμίζει φίλος στο διαδίκτυο), τότε μιλάμε για την ολοκλήρωση της τραγωδίας με τη σφραγίδα αυτού που τη δημιούργησε: του βαθέως κράτους, του ξεφτισμένου πολιτικού προσωπικού της μεταπολίτευσης. Σύμφωνα με τις ενδείξεις, η λύση του τεχνοκράτη Παπαδήμου εμποδίστηκε από τον Βενιζέλο και το Σαμαρά, τους κατεξοχήν δηλαδή εκφραστές του κεντρώου και δεξιού λαϊκισμού: ο ένας, μάστορας της ρητορείας και της κωλοτούμπας, διακεκριμένο μέλος του εκκλησιαστικο-πολιτικού συμπλέγματος της συμπρωτεύουσας και διαρκής δελφίνος παρά το αποτυχημένο πέρασμά του από σειρά υπουργείων (το «παρά» ακούγεται αστείο εδώ — λες και έχει καμία σχέση!), και ο άλλος, κήρυκας του εθνοκάπηλου λαϊκισμού, απολογητής του καραμανλισμού (του νεώτερου), υπεύθυνος σε μεγάλο βαθμό για την επιβάρυνση της χώρας με το πρόβλημα των Σκοπίων και αυτός που διόριζε τη μισή Μεσσηνία στο Δημόσιο σε κάθε του πέρασμα από υπουργείο.
Το κατεστημένο στο χώρο της Αριστεράς, όχι μόνο το πολιτικό αλλά και το δημοσιογραφικό, πολιτισμικό κλπ, συμπεριλαμβανομένων και των πιο αξιόλογων κομματιών του, απέτυχε να διαχωρίσει φίλους και εχθρούς, να αναγνωρίσει τα διακυβεύματα της εποχής και να κάνει τις απαραίτητες συμμαχίες για να αλλάξει ένα σύστημα για το οποίο ακόμα και ο «συστημικός» Παπαδήμος θεωρείται απειλή. Έτσι, ο μόνος χώρος στη που χώρα μας που έχει κουλτούρα πολιτικής παρέμβασης και κινημάτων είναι τώρα ανίκανος να παρέμβει στις εξελίξεις και να εκφράσει κάτι που θα μπορούσε να ενώσει πλατιές λαϊκές μάζες, όπως το αίτημα για αποφυγή της χρεοκοπίας, παραμονή της Ελλάδας σε ευρωπαϊκή τροχιά, και να μην πάνε χαμένες οι θυσίες που έγιναν και θα συνεχίσουν (με οποιοδήποτε σενάριο) να γίνονται.
Ταυτοχρόνως, ο σκεπτόμενος κόσμος του Κέντρου και της Δεξιάς ταλανίζεται από το πρόβλημα που είχε σε όλη τη μεταπολίτευση: δεν μπόρεσε να απεμπλακεί από το σύστημα του δικομματισμού, αντιθέτως ταλαντευόταν σαν το εκκρεμές από τον έναν στον άλλο, πάντα με ελπίδες εκσυγχρονισμού που (με ελάχιστες εξαιρέσεις) αποδεικνύονταν άστοχες. Έτσι, όσο και αν του ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι και μόνο που τίθεται το ερώτημα Παπαδήμος ή Πετσάλνικος, δεν έχει καμία απολύτως οργανωτική δυνατότητα παρέμβασης έξω από το μαντρί των κομματικών μηχανισμών που σήμερα ολοκληρώνουν τη διαχρονική τους προδοσία.
Όσο τα δανεικά εξαπάτησαν την Κεντρο(+)αριστερά ώστε να νομίζει ότι κάποια στιγμή πλησιάσαμε στο σοσιαλιστικό όνειρο (ή, τουλάχιστον, ότι υπάρχουν στην Ελλάδα σοσιαλιστικές κατακτήσεις που αξίζει να προστατευθούν), άλλο τόσο εξαπάτησαν τη σκεπτόμενη Κεντρο(+)δεξιά στο να θεωρεί ότι παρά τις πολιτικές αστοχίες ο εκσυγχρονισμός περπατάει επαρκώς. Σε αυτά τα δύο χρόνια της κρίσης οι έλλογες δυνάμεις αυτών των χώρων απέτυχαν να έρθουν σε επικοινωνία και να βάλουν τις βάσεις ενός κινήματος που θα τους επέτρεπε να ξεπεράσουν τις διαχρονικές τους αδυναμίες και να εκφράσουν ευρύτερες λαϊκές μάζες.
Χθες τη νύχτα, μετά τη διαρροή των παραπάνω ειδήσεων, κάποιος σε μία ομάδα στο διαδίκτυο κάλεσε σε άμεση συγκέντρωση στο Σύνταγμα. Πήγαν δώδεκα άτομα. Ακόμα και έτσι, ήταν τουλάχιστον η επισήμανση μιας απουσίας, σπονδή στο κενοτάφιο ενός κινήματος που θα έπρεπε σήμερα να βιώνει ρωμαλέα νεότητα αλλά η τύχη του αγνοείται. Ίσως, λέω ίσως, να μην έχουν τελειώσει όλα — και να έχουμε ακόμα μερικές ώρες ή μέρες για να συνεννοηθούν μεταξύ τους οι πανταχόθεν έλλογες δυνάμεις, να ξεσηκώσουν το λαό και να χαλάσουν τα σχέδια στους πολιτικούς που ποτέ δεν ασχολήθηκαν με το πατριωτικό τους καθήκον.