Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Για το Ποτάμι

του Γιάννη Σακελλαρίδη
  1. Ο Σταύρος Θεοδωράκης έχει δηλώσει με πολλούς τρόπους ότι τον ενδιαφέρει να στρέψει την πολιτική συζήτηση σε προτάσεις για τα προβλήματα της χώρας. Έχει επανειλημμένα ορίσει επιτροπές για να επεξεργαστούν θέσεις για διάφορους τομείς, δείχνοντας αυτήν την πρόθεσή του. Η κριτική μας προς το Ποτάμι πρέπει να ξεκινάει και να βασίζεται σε αυτό το κριτήριο – όχι πόσο δημοκρατικό ή του γούστου μας είναι, αλλά σε τι βαθμό επιτυγχάνει σε αυτό που ισχυρίζεται ότι επιδιώκει.
  2. Εδώ μου έρχονται στο νου τα λόγια του πολύ επιτυχημένου μου συναδέλφου, του Κωνσταντίνου Δασκαλάκη (από μία συνέντευξη που δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να βρω, οπότε μεταφέρω όπως τα θυμάμαι), που όταν ρωτήθηκε αν θα μπορούσε να κάνει στην Ελλάδα την έρευνα που κάνει στο ΜΙΤ είπε όχι, διότι τα προβλήματα της έρευνας είναι τόσο χαοτικά που για να τα αντιμετωπίσεις πρέπει να έχεις τα υπόλοιπα ζητήματα της καθημερινότητας λυμένα.
  3. Ακόμα πιο χαοτικά είναι τα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει το κράτος και η πολιτική. Για το λόγο αυτό οι κοινωνίες και τα κόμματα έχουν θεσμούς (ιδεατά, τουλάχιστον): για να λύνουν αυτά που οι περισσότεροι δε θα θέλαμε να μας απασχολούν (εγκλήματα, αδικίες, πρακτικά ζητήματα, διαδικασίες) και να μπορούμε να εστιάσουμε στη δημιουργία και την πρόοδο σε εκείνους τους τομείς που μας ενδιαφέρουν. (Το «μας» σκοπίμως αφηρημένο εδώ, διότι εξαρτάται από το πώς η κάθε συλλογικότητα έχει επιλέξει να ισορροπεί μεταξύ συλλογικών και ατομικών αποφάσεων.)
  4. Με βάση αυτά, το πρώτο πράγμα που θα έπρεπε να κάνει ένα κόμμα που ενδιαφέρεται να «συζητάμε για τα προβλήματα» θα ήταν να ορίσει τον τρόπο με τον οποίο όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να προσέλθει στη συζήτηση, τις βάσεις πάνω στις οποίες αυτή θα γίνει, το χώρο/μέσο στον οποίο θα γίνει, και τον τρόπο με τον οποίο θα οργανωθεί μέχρι τη λήψη αποφάσεων. Δεν είναι βεβαίως όλοι οι χώροι και τρόποι ισότιμοι: πολλοί, π.χ., μπορεί να αποδειχθούν αναποτελεσματικοί ή αποθαρρυντικοί για τη συμμετοχή του επιθυμητού πλήθους (και αυτό λίγο ασαφές, αλλά για το Ποτάμι κάπως σαφές: οι άνθρωποι της πιάτσας, της εργασίας, της γνώσης, έξω απ' τα στεγανά του πολιτικού κόσμου). Σίγουρα, όμως, οι κατάλληλοι κανόνες δεν είναι περιορισμός, αλλά το απελευθερωτικό στοιχείο των δημιουργικών δυνάμεων. Όπως λέει προκαλώντας ο Στραβίνσκι στη Μουσική Ποιητική: «Η ελευθερία μου θα είναι τόσο μεγαλύτερη και πιο ουσιαστική, όσο πιο πολύ περιορίσω το πεδίο της δράσης μου και τοποθετήσω γύρω μου εμπόδια. Οτιδήποτε μειώνει τους περιορισμούς μειώνει και τη δύναμή μου. Όσο πιο πολλούς περιορισμούς βάλει κανείς, τόσο πιο πολύ απελευθερώνεται από τις αλυσίδες που φυλακίζουν το πνεύμα.»
  5. Εδώ και πάνω από μισό χρόνο είναι ελάχιστες φορές που έγιναν τα παραπάνω: μπορώ μόνο να θυμηθώ τις διαδικτυακές φόρμες όπου μπορούσε κανείς να καταθέσει τις προτάσεις του (χωρίς, όμως, να γνωρίζει από ποιους και πώς αξιολογούνται). Κατά τα άλλα, καταστατικά καταπατήθηκαν και άλλαξαν για να καταπατηθούν ξανά την επόμενη μέρα,1 οι θεσμοθετημένες επιτροπές του κόμματος είναι χωρίς αντικείμενο ή με ρόλο διακοσμητικό,2 μέλη των οργάνων και στενοί συνεργάτες του επικεφαλής εκπαραθυρώνονται με αντικανονικό και μειωτικό τρόπο που θυμίζει τα χειρότερα των ελληνικών κομμάτων.3
  6. Αντί για αυτά, έχουμε τουλάχιστον πέντε φορές δει να προελαύνει μια πασαρέλα ονομάτων χωρίς (με την εξαίρεση των υποψηφίων ευρωβουλευτών) σαφή ρόλο και ευθύνες: στην ιδρυτική ανακοίνωση, στις ευρωεκλογές, στην Πανελλήνια Επιτροπή, στην Επιτροπή «Δια Ταύτα»4 και, εσχάτως, τους 51 «τομεάρχες».
  7. Ας σκεφτεί ο καθένας τι είδους ανθρώπους θα προσελκύσουν τέτοιες δομές, ανεξάρτητα από τις προθέσεις του επικεφαλής ή της ηγετικής ομάδας, και τι είδους συμπεριφορές καλλιεργούν. Από περιοχή σε περιοχή θα υπάρχουν βεβαίως διαφορές, αλλά η εμπειρία μου από την ομάδα του εξωτερικού και τα διαδικτυακά φόρουμ συζητήσεων επιβεβαιώνεται από όσα έχω ακούσει από άλλες οργανώσεις: ελάχιστη κουβέντα επί της ουσίας, διαρκώς φθίνουσα συμμετοχή από την ίδρυση του κόμματος μόλις οκτώ μήνες πριν, επιβίωση αυτών που ξέρουν να εφευρίσκουν δικαιολογίες για τα λάθη του κόμματος και να καλλιεργούν τις προσωπικές τους σχέσεις. Για να μην αναφερθώ στην απόλυτη αποθράσυνση ανθρώπων που από το πουθενά αισθάνθηκαν ότι είναι σε θέση ισχύος χωρίς να λογοδοτούν σε κανέναν πλην του αρχηγού, και ενεργούν αυθαίρετα.5
  8. Η θέση μου είναι ότι πλέον τα περιθώρια για δικαιολογίες εξαντλήθηκαν, είναι σαφές ότι δεν υπάρχει καμία διάθεση να δημιουργηθεί κάτι οργανωτικά υγιές και πολιτικά σοβαρό (πιο σοβαρό από την πασαρέλα) και θα αρχίσουμε να βλέπουμε αυτό που είδαμε σε άλλα κόμματα που ξεκίνησαν καλά (όπως η ΔΗΜΑΡ): Να φεύγουν ένας-ένας οι αξιόλογοι άνθρωποι, για να παραμείνουν οι μέτριοι και οι αυλοκόλακες. Δε δείχνει όμως ούτε σοφό ούτε αξιόλογο άνθρωπο το να την πατάς για πολλαπλή φορά, ή να την πατάς ακριβώς όπως την πάτησαν άλλοι. Και εδώ έγκειται το πρόβλημα: ότι από αυτούς που θεωρούμε σοβαρούς και διαφορετικούς από τους ανθρώπους των «παλιών» κομμάτων, λίγοι είναι και, ακόμα χειρότερα, αρνούμαστε να τους ξεχωρίσουμε. Αρνούμαστε να επιβραβεύσουμε αυτόν που ενεργεί θεσμικά και να επικρίνουμε αυτόν που αυθαιρετεί ή κάνει τα στραβά μάτια, αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε το θάρρος όσων διατυπώνουν εύστοχη κριτική και να αποθαρρύνουμε τους yesmen, αρνούμαστε να απαιτήσουμε διαφάνεια και κανόνες.
  9. Είναι τουλάχιστον αστείο, ανεξαρτήτως προθέσεων, ένα κόμμα με τέτοια οργάνωση και έλλειψη θεσμών να λέει ότι θέλει να αλλάξει την Ελλάδα, όταν το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας είναι η αυθαιρεσία που ξεκινάει από το πρωθυπουργικό γραφείο και κυριαρχεί σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας. Είναι αστείο καθηγητές νομικής να δικαιολογούν με την παρουσία τους ένα εγχείρημα που δεν δείχνει να έχει την παραμικρή πρόθεση θεσμικής λειτουργίας. Είναι αστείο να βλέπεις ανθρώπους που έκαναν αναλύσεις για insiders και outsiders να έχουν μετατραπεί σε παράγοντες αδιαφάνειας με το που βρέθηκαν στους insiders. Και είναι απαραίτητο όσοι απ' αυτούς καταλαβαίνουν (διότι είπαμε, από τους «αξιόλογους» λίγοι είναι όντως) να διασώσουν την τιμή του χώρου ιδεών που εκπροσωπούν λέγοντας τα πράγματα με το όνομά τους.
  10. Ο καθένας βέβαια αποφασίζει για τον εαυτό του ποια είναι τα όριά του και πότε είναι η κατάλληλη στιγμή να αντιδράσει. Για εμένα η κατάλληλη στιγμή είναι πάντα η πλησιέστερη, και νομίζω ότι αν ενθαρρύναμε την κριτική και μαθαίναμε να ξεχωρίζουμε τους «αξιόλογους» στη βάση των έργων και της συνέπειάς τους, θα μπορούσαμε επιτέλους να φτιάξουμε κάτι που δεν θα ακολουθήσει τη γνωστή πορεία. Το Ποτάμι είχε μια πολύ θετική παρουσία στην αρχή καθώς, χάρη στη δημοτικότητα και το πολιτικό ένστικτο του ηγέτη του, κατάφερε να βγάλει από την αφάνεια ένα σύνολο προοδευτικών και φιλελεύθερων ιδεών που πάλευαν να περάσουν το 1% και μένουν αποκλεισμένες από το πολιτικό σύστημα του κρατικοδίαιτου ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Όπως η ΔΗΜΑΡ όμως προέβαλλε συνθηματικά την ιδέα της αριστεράς των μεταρρυθμίσεων χωρίς ποτέ να στηρίξει μεταρρυθμίσεις, έτσι και το Ποτάμι αποτυγχάνει μέχρι στιγμής να αποδείξει συνέπεια προς τις διακηρύξεις του,6 και ταυτοχρόνως δεν έχει προβλέψει εσωτερικούς μηχανισμούς με τους οποίους θα μπορούσαν τα λάθη να επισημανθούν και να διορθωθούν. Σε ένα περιβάλλον όπου για να πεις τη γνώμη σου πρέπει να αγνοήσεις τη φασαρία που κάνουν οι αυτόκλητοι υπερασπιστές της κομματικής ορθότητας (και που όλο και περισσότερο θα γίνεται έτσι), δεν υπάρχει περίπτωση σοβαρών διορθωτικών κινήσεων. Το χειρότερο είναι ότι αυτή η προδιαγεγραμμένη πορεία θα διαβάλει σιγά σιγά τις ιδέες που υποτίθεται ότι θέλει να υπερασπιστεί, όπως ο υπαρκτός «φιλελευθερισμός» των διαπλεκομένων διέβαλε και έθαψε το φιλελευθερισμό για πολλές δεκαετίες στη χώρα μας και η «αριστερά» του Τσίπρα που στάθηκε δίπλα σε κάθε συντεχνία και είπε όχι σε όλες τις μεταρρυθμίσεις διαβάλλει τις αξίες της αριστεράς. Επομένως, ό,τι στάση και αν κρατήσουμε ως ψηφοφόροι, έρχεται η στιγμή που η συμμετοχή ως μέλος-«εθελοντής» ενός κόμματος, στο βαθμό που δε διαχωρίζεις τη θέση σου από λανθασμένες πρακτικές, κάνει περισσότερο κακό παρά καλό.
1Το ιδρυτικό καταστατικό του κόμματος δεν τηρήθηκε ποτέ: Τα όργανα που προέβλεπε δεν ορίστηκαν, οι διαδικασίες επιλογής συνέδρων για το πρώτο συνέδριο έγιναν με βάση το καταστατικό που … αυτοί οι ίδιοι σύνεδροι ψήφισαν την πρώτη μέρα του συνεδρίου. Και αν όλα αυτά δικαιολογηθούν στη βάση της προχειρότητας και της βιασύνης που υπήρχε όταν ιδρύθηκε το κόμμα, τίποτα δε δικαιολογεί το ότι την επόμενη μέρα της ψήφισης του νέου καταστατικού, αυτό παραβιάστηκε και τελεί ακόμα υπό παραβίαση, με μόνο 2/7 εκλεγμένα μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής γυναίκες (από τουλάχιστον 33% που ορίζει το καταστατικό) και ένα μέλος της ίδιας Επιτροπής να μην έχει υπάρξει σύνεδρος (αντίθετα με όσα ορίζει το καταστατικό). Όταν ανέφερα το θέμα στον πρόεδρο της Επιτροπής Δεοντολογίας μου έγραψε να … μην οχυρώνομαι πίσω από το καταστατικό – αυτά από την Επιτροπή Δεοντολογίας! Κοτζάμ καθηγητές νομικής, μέχρι σήμερα, σφυρίζουν αδιάφορα κάθε φορά που τους τίθεται αυτό το θέμα.

2Χαρακτηριστικό είναι ότι καμία από τις θέσεις που έχει ανακοινώσει το κόμμα από το συνέδριό του και μετά δεν έχει πάρει την έγκριση της Πανελλήνιας Επιτροπής που, κατά τα άλλα, είναι το «ανώτατο συλλογικό όργανο» μεταξύ συνεδρίων, σύμφωνα με το καταστατικό. Αυτό οδήγησε και στο γνωστό επεισόδιο με τη «διαγραφή μέσω SMS» του μέλους της ΠΕ Κ. Πατέστου, που όλοι βολικά ισχυρίζονται ότι δεν ήταν διαγραφή διότι θα αναλάμβανε η Επιτροπή Δεοντολογίας, αν ο Κ.Π. δεν αποφάσιζε να παραιτηθεί.

3Εκτός απ' την περίπτωση Πατέστου, ας θυμηθούμε και τον πρώην συντονιστή των εθελοντών Δ.Παπαδημητριάδη, που εκπαραθυρώθηκε με ανακοίνωση που τον κατηγορούσε ότι θύμωσε που δεν ήταν υποψήφιος ευρωβουλευτής, ανακοίνωση που προερχόταν, όχι τυχαία (και όσο πάει επιβεβαιώνεται η ικανότητα των ίδιων ανθρώπων να ελίσσονται από το ένα κόμμα στο άλλο), από πρώην στέλεχος του κόμματος Δημιουργία, Ξανά.

4Για να δούμε το κατά πόσο αυτές οι επιτροπές έχουν ρόλο, μέλος της επιτροπής «Δια ταύτα» έψαχνε να βρει ποιος έγραψε τις θέσεις στον τομέα της ειδικότητάς του, μετά την ανακοίνωσή τους στις 21 Σεπτεμβρίου.

5Ενδεικτικά αναφέρω – έχω ακούσει χειρότερα – ότι ο εκ των κεντρικών συντονιστών για τους εθελοντές Μιχάλης Θεοχάρης λογοκρίνει τις αναρτήσεις στις διαδικτυακές ομάδες των εθελοντών χωρίς καν να το αναφέρει, και όταν του ζήτησα το λόγο για μία ανάρτησή μου μου απάντησε ότι θα έπρεπε να είχε διαγράψει εμένα, όχι την ανάρτηση. Την ντροπή μου που κάθομαι και ασχολούμαι με τέτοια και τέτοιους την υπερβαίνω, και υπερέβαινα πάντα, στη βάση της πεποίθησης ότι η δημοκρατία απαιτεί να μην τους εκχωρούμε το δημόσιο χώρο – τουλάχιστον όχι χωρίς μάχη.

6Από το «φρέσκο γάλα μέχρι πέντε μέρες» μέχρι τα πιο πρόσφατα «τα τελευταία χρόνια το Δημόσιο Πανεπιστήμιο έγινε σάκκος του μποξ από όψιμους μεταρρυθμιστές» (21/09/14), «κάθε γειτονιά πρέπει να έχει όσους μετανάστες μπορεί να αντέξει» (Αγ. Παντελεήμονας, 5/10/14) και «να φύγει το ΔΝΤ αλλά να υπάρξει ένα πατριωτικό σχέδιο δράσης» (στον «Ενικό», 13/10/14), πάντα όταν έρχεται η κουβέντα στα μέτωπα της επικαιρότητας ο Σταύρος Θεοδωράκης φαίνεται να πηγαίνει με το ρεύμα.

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Το ορατό ρήγμα



Οι pundits ανησυχούν και διαμαρτύρονται: το Ποτάμι δε μας λέει σε ποια ευρωομάδα θα ενταχθεί.

Δεν έδειξαν την ίδια ανησυχία όταν αποτυχημένα κόμματα έσπευδαν να φορέσουν έναν ευρωπαϊκό φερετζέ προκειμένου να κρύψουν τη γύμνια της πολιτικής τους. Όταν το ΠΑΣΟΚ και οι συνεργαζόμενοι έγιναν «Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα» διότι δεν είχαν κάτι να πουν (και τόσους μήνες, μ'όλα τα σοβαρά άτομα που ενεπλάκησαν στο εγχείρημα της Ελιάς, δεν μπόρεσαν να πουν τίποτα). Όταν γίνεται είδηση στα ΜΜΕ ότι «ο Αντώνης Σαμαράς στηρίζει Γιούνκερ για την προεδρία της Κομισιόν», για να θυμηθούμε ότι και η ΝΔούλα ανήκει σε μία ευρωπαϊκή υπερομάδα, άσχετο αν πρόδωσε και προδίδει όλες τις αρχές της συγκεκριμένης ομάδας. Όταν για τον Αλέξη Τσίπρα πολιτική ευρωπαϊκών συμμαχιών σημαίνει τη στήριξή του από μία παντού μειοψηφούσα πολιτική ομάδα. Όταν η ηγεσία των Οικολόγων Πρασίνων που ρέπει μέχρι και στον εθνικολαϊκισμό κρατάει ως φύλλο συκής τη σφραγίδα του Ευρωπαϊκού Πράσινου Κόμματος. Όταν η Δράση παράτησε τον καινοτόμο πολιτικό της λόγο προς όφελος του φιλελεύθερου λαϊκισμού και της σφραγίδας του Κόμματος Φιλελευθέρων και Δημοκρατών που εξασφάλισε ο τελευταίος της πρόεδρος.

Οι συμμαχίες στην Ευρώπη είναι ιδιαίτερα χρήσιμες, και για όλα τα παραπάνω κόμματα βάζουν ένα φρένο στην εγγενή ροπή προς την ελληνοκεντρική αυτοαναφορικότητα. Όπως όμως έλεγε ο Π. Κονδύλης, η αξία μιας συμμαχίας για μια ορισμένη πλευρά καθορίζεται από το ειδικό βάρος της πλευράς αυτής μέσα στο πλαίσιο της συμμαχίας. Στο νέο κόμμα, λοιπόν, το Ποτάμι, δεν αναγνωρίζεται το δικαίωμα να σταθμίσει το ειδικό του βάρος και να επιλέξει εκ των υστέρων τις συμμαχίες του με βάση την πολιτική ατζέντα που θα διαμορφώσει, το φλερτ που θα του γίνει και τη διαμόρφωση των συσχετισμών στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Υιοθετείται το πρωτείο της ιδεολογίας έναντι της πολιτικής: πιο σημαντικό από τη διαμόρφωση πολιτικών προτάσεων είναι να αποφασίσει σε ποιον χώρο ανήκει. Το αστείο είναι ότι τέτοιου είδους κριτική γίνεται και από αυτούς που διαμαρτυρήθηκαν για την απόφαση των «58» να ενταχθούν στο PES τη στιγμή που καλούσαν σε σύμπραξη και τους φιλελεύθερους. Είναι φανερό ότι αυτή η κριτική δεν είναι πάντοτε αθώα.

Η κριτική αυτού του είδους όμως, και κυρίως η καλοπροαίρετη, αποκαλύπτει ένα ρήγμα στον άμορφο χώρο μεταξύ παραδοσιακής Δεξιάς και λαϊκιστικής Αριστεράς, ρήγμα του οποίου οι συντεταγμένες δημιουργούν σύγχυση σε όσους αισθάνονται ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια στο πώς (πρέπει να) διεξάγεται η πολιτική. Αίσθηση που δεν οφείλεται σε τίποτα άλλο από την παραδοσιακή εγγύτητα ενός χώρου διανόησης στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, παρά το γεγονός ότι στην ονομαστική τους αξία οι απόψεις του χώρου αυτού απέχουν πολύ τόσο απ' την πρακτική των κυβερνώντων όσο και από οποιαδήποτε λαϊκή αναγνώριση θα μπορούσε να δικαιολογήσει τέτοια εγγύτητα. Συνήθισαν λοιπόν να μιλούν από καθέδρας και να διανθίζουν με ιλαρό τρόπο μία πραγματικότητα που τίποτα το προοδευτικό ή το αποτελεσματικό δεν περιείχε, δίνοντας διαλέξεις περί του δέοντος και του εφικτού. (Η Ελιά μάς προσφέρει και πάλι άφθονα παραδείγματα προς αποφυγή, ή για γέλιο.) 

Το Ποτάμι έρχεται να ταράξει τις ιεραρχίες και ιεραρχήσεις της κεντροαριστεράς, τονίζοντας το πρωτείο της πολιτικής έναντι της ανούσιας ιδιολέκτου του ελληνικού δημόσιου χώρου. Η συμβολική, αλλά και πρακτική του απόφαση να αποκλείσει ανθρώπους των κομματικών μηχανισμών (περισσότερα εδώ) διεκδικεί τον απεγκλωβισμό από την συναινετική στάση της ελίτ απέναντι σε ένα πολιτικό σύστημα που επί τριάντα χρόνια διαλαλεί τις υποτιθέμενες κοινωνικές και οικονομικές του κατακτήσεις, κάνοντας ότι δε βλέπει τις ασθενέστερες χώρες να μας προσπερνούν μία μία και οδηγώντας μας τελικά στην καταστροφή (η οποία, πολύ βολικά, αποδίδεται σε μία και μόνο κυβέρνηση). Της ελίτ για την οποία η πολιτική είναι πολύ σοβαρό πράγμα για να αφεθεί σε ερασιτέχνες, αλλά αν αυτοί οι ερασιτέχνες τυχαίνει να είναι τέκνα μιας πολιτικής οικογένειας ή πολιτευτές που πρέπει κάπου να βολευτούν αναγκάζεται να συναινέσει εξασκώντας την τέχνη του εφικτού. 

Μέσα σε δύο βδομάδες το Ποτάμι έχει δώσει ένα αρκετά σαφές στίγμα για τη στάση του απέναντι στα σημαντικά ζητήματα (σε αντίθεση, π.χ., με τα τρία κόμματα ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ που ούτε για την έξοδο στις αγορές δεν έχουν πάρει θέση), και η δημοφιλία του έχει ήδη καταρρίψει το μύθο του «έτσι μόνο γίνεται». Μένει να δούμε αν τα θετικά δείγματα γραφής θα συνεχιστούν με τη δημιουργία μίας διαφανούς, οργανωμένης συλλογικότητας. Το σίγουρο όμως είναι ένα: Η αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος δεν είναι πλέον μόνο ένα χαρακτηριστικό των άκρων, όπως υπαγορεύει η εικονική πραγματικότητα των κεντροαριστερών και κεντροδεξιών μας ελίτ. Και στο ρήγμα που φανερώνεται, δεν υπάρχουν εκ του ασφαλούς κριτές παρά μόνο θέσεις.

Politics, math and more...

Ένα ιστολόγιο.